DeskNET Φοιτητικό Φροντιστήριο

DeskNet
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο: Το άρθρο 16 του ισχύοντος Συντάγματος, στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 ορίζει ότι: «Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια», ενώ στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι: «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση». Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους…Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».

Η δημιουργία του ΕΑΠ και οι παρεχόμενες υπηρεσίες

Το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (Ε.Α.Π.) ιδρύθηκε με το ν. 2083/1992 και η λειτουργία του ρυθμίζεται από τις διατάξεις του ν. 2552/1997, όπως ισχύει. Αποτελεί αυτοτελές και αυτοδιοικούμενο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα που λειτουργεί με τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους, η οποία ασκείται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδάφιο α΄ του άρθρου 1 του Ν.2552/1997 όπως συμπληρώθηκε με το Ν.3027/2002, αποστολή του είναι: «…η εξ’ αποστάσεως παροχή προπτυχιακής και μεταπτυχιακής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, με την ανάπτυξη και αξιοποίηση κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού και μεθόδων διδασκαλίας. Στους σκοπούς του Ε.Α.Π. εντάσσεται η προαγωγή της επιστημονικής έρευνας καθώς και η ανάπτυξη τεχνολογίας και μεθοδολογίας στο πεδίο της μετάδοσης της γνώσης από απόσταση».

Το Ε.Α.Π. είναι το 19ο Πανεπιστήμιο της χώρας (από πλευράς χρόνου ίδρυσης) και ένα από τα πολυπληθέστερα (αν όχι το πολυπληθέστερο), δεδομένου ότι σε αυτό φοιτούν περισσότεροι από 47.700 φοιτητές, προσφέρονται 40 και πλέον προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, ενώ απασχολούνται περισσότερα από 2.500 μέλη Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΣΕΠ) και 45 μόνιμα μέλη ΔΕΠ.

Το Ε.Α.Π. οργανώνει και διδακτορικές σπουδές προάγοντας την ακαδημαϊκή έρευνα. Τα τελευταία χρόνια το Ε.Α.Π. καταγράφει εντυπωσιακή άνοδο του αριθμού των προγραμμάτων και των φοιτητών του και έχει καταστεί πλήρως «ανταγωνιστικό» έναντι των δημοσίων «συμβατικών» ΑΕΙ της χώρας.

Το Ε.Α.Π. ξεκίνησε και λειτουργεί ως ίδρυμα ανοικτό σε όσους θέλουν να αποκτήσουν επιπλέον γνώσεις μέσω καινοτόμων εκπαιδευτικών μεθόδων. Μέσω των εκπαιδευτικών προγραμμάτων του, εργαζόμενοι του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα ενισχύουν τα ακαδημαϊκά τους προσόντα και κατ’ επέκταση τη θέση τους σε μία όλο και περισσότερο ανταγωνιστική αγορά εργασίας. Η εγγραφή των φοιτητών σε προγράμματα σπουδών που παρέχει το Ε.Α.Π. γίνεται χωρίς εξετάσεις, ενώ το όριο ηλικίας των φοιτητών του, είναι το 23ο έτος.

Ιδιαιτερότητες του ΕΑΠ

Μια από τις πλέον σημαντικές ιδιαιτερότητες του Ε.Α.Π. προκύπτει από την πρόβλεψη των άρθρων 2 παρ. 6 και 5 παρ. 1 του Ν.2552/1997. Σύμφωνα με την πρώτη, «α) Οι φοιτητές επιβαρύνονται για την απόκτηση του απαραίτητου εκπαιδευτικού, πληροφοριακού και υλικού αξιολόγησης και συμμετέχουν στις ιδιαίτερες δαπάνες επικοινωνίας που συνδέονται με την εφαρμογή του συστήματος της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης. β) Το ύψος της συμμετοχής αυτής, καθώς και τα κοινωνικά κριτήρια και τα κριτήρια επίδοσης για τη χορήγηση υποτροφιών από το Ε.Α.Π. …ορίζονται, ύστερα από εισήγηση της Συγκλήτου, με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».

Σύμφωνα με τη δεύτερη: «Οι πόροι του Ε.Α.Π. προέρχονται από: α) τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Κράτους και το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. β)…γ) τη συμμετοχή των φοιτητών στις δαπάνες που συνδέονται με την εφαρμογή του συστήματος της εξ’ αποστάσεως διδασκαλίας…».

Η πρόβλεψη οικονομικής επιβάρυνσης των φοιτητών, δηλαδή η παροχή των εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Ε.Α.Π. με δίδακτρα, έχει καταστήσει το πανεπιστήμιο αυτοχρηματοδοτούμενο.

Επί ετησίου προϋπολογισμού 37 εκατομμυρίων ευρώ, η κρατική επιχορήγηση ανέρχεται στο ποσό των 500.000 ευρώ περίπου, γεγονός που καταδεικνύει ότι η οικονομική συμμετοχή των φοιτητών, αποτελεί καθοριστικό μέγεθος για τη λειτουργία του.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το Ε.Α.Π. διαφέρει από τα λοιπά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ιδίως ως προς τα ακόλουθα: α) ως προς τον τρόπο παροχής της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης με τη χρήση καινοτόμων εκπαιδευτικών μεθόδων και την ανάπτυξη και αξιοποίηση κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού, εξ’ αποστάσεως. β) Ως προς την ηλικία των φοιτητών του και την χωρίς εξετάσεις ή άλλα ακαδημαϊκά κριτήρια εισαγωγή τους στα εκπαιδευτικά του προγράμματα και γ) Ως προς την οικονομική επιβάρυνση των φοιτητών για την απόκτηση εκπαιδευτικού υλικού και την εν γένει συμμετοχή τους στις δαπάνες που συνδέονται με την εφαρμογή του συστήματος εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης.

Αποτελεί το ΕΑΠ το πρώτο «ιδιωτικό» πανεπιστήμιο με επικεφαλής το ίδιο το υπουργείο Παιδείας;

Αυτή όμως η ιδιαιτερότητα του ΕΑΠ, δημιουργεί μια σειρά ερωτημάτων που απασχόλησαν και απασχολούν τόσο τη θεωρία όσο και τη νομολογία. Αποτελεί το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο στην πράξη το πρώτο «ιδιωτικό» πανεπιστήμιο με επικεφαλής το ίδιο το υπουργείο Παιδείας; Ή, με το πείραμα του Ε.Α.Π. επιχειρείται η έμμεση κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος;

Αν και για το ζήτημα εκφράστηκαν και συνεχίζουν να εκφράζονται διαφορετικές απόψεις και αναπτύσσονται ενδιαφέροντα εκατέρωθεν επιχειρήματα, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισε το ζήτημα η νομολογία. Ειδικότερα, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών (έδρα του ΕΑΠ), με την 705/2010 απόφασή του, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι η επιβολή διδάκτρων για προπτυχιακές σπουδές στο ΕΑΠ είναι συνταγματική.

Κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Δικαστήριο, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, «το δικαίωμα παροχής δωρεάν παιδείας από τα κρατικά εκπαιδευτήρια  έχει πεδίο εφαρμογής στις καθιερωμένες τρεις εκπαιδευτικές βαθμίδες, δηλαδή τη στοιχειώδη, τη μέση και την ανώτατη. Το κοινωνικό όμως δικαίωμα στη δωρεάν παιδεία δεν ισοδυναμεί και με γενική απαγόρευση επιβολής διδάκτρων για φοίτηση σε κρατικά εκπαιδευτήρια.

Αντίθετα, είναι, κατ’ αρχάς, θεμιτή η είσπραξη διδάκτρων για εκπαιδευτικές υπηρεσίες, που δεν εντάσσονται στο τυποποιημένο σύστημα σπουδών είτε γιατί προβλέπονται ως δεύτερη ευκαιρία για πολίτες τους οποίους εγγράφουν χωρίς διαγωνισμό (διά βίου εκπαίδευση) είτε γιατί διεξάγονται εκτός διδακτηρίων και με ειδικές εκπαιδευτικές μεθόδους (εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση). Και τούτο, γιατί η εν λόγω εκπαίδευση δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτήν που απευθύνεται κυρίως προς όλους τους νέους, την οποία το σύνταγμα χαρακτηρίζει ως βασική αποστολή του κράτους και αποβλέπει στην επιστημονική κατάρτιση και επαγγελματικό προσανατολισμό αυτών στο γνωστικό αντικείμενο των σπουδών τους, αλλά παρέχεται πρωτίστως και κυρίως σε πολίτες είτε για συμπλήρωση των γνώσεων τους είτε για επαγγελματικό αναπροσανατολισμό της ζωής τους.

Κατά συνέπεια δεν προσκρούει στη συνταγματική αρχή της δωρεάν παιδείας η καταβολή χρηματικού ποσού συμμετοχής στις δαπάνες εκπαίδευσης του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (Ε.Α.Π.), που ιδρύθηκε ως Ν.Π.Δ.Δ. με το άρθρο 27 του Ν.2083/1992 και έχει ως βασική αποστολή τη συνεχή επιμόρφωση και μετεκπαίδευση των πολιτών.

Τούτο δε επιτυγχάνεται με μορφές εκπαίδευσης που δεν απαιτούν αναγκαίως συνεχή παρακολούθηση και πραγματοποίηση φροντιστηριακών ή εργαστηριακών ασκήσεων, αλλά μπορούν να παρέχονται με τη χρήση σύγχρονων τεχνικών μέσων επικοινωνίας ή ενημέρωσης.

Το ΕΑΠ ως ένα νέου τύπου Πανεπιστήμιο

Επομένως, είναι ένα νέου τύπου πανεπιστήμιο, το οποίο διαφέρει ουσιωδώς από τα υπόλοιπα, τόσο ως προς την οργανωτική δομή του, όσο και κυρίως ως προς τη μέθοδο διδασκαλίας που ακολουθεί, δηλαδή την εξ’ αποστάσεως μετάδοση γνώσεων.

Ενόψει τούτου, η συμμετοχή των φοιτητών του στις δαπάνες λειτουργίας του δεν είναι αντίθετη στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της δωρεάν παιδείας, δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε το Ε.Α.Π. ως φορέας εξ’ αποστάσεως και δια βίου εκπαίδευσης, δεν μπορεί να εξομοιωθεί με τα λοιπά πανεπιστήμια, ούτε να ενταχθεί στην καθιερωμένη εκπαίδευση των τριών τυποποιημένων κύκλων, λόγω της απουσίας εισαγωγικού διαγωνισμού για την επιλογή των φοιτητών του, της ιδιαιτερότητας των τελευταίων ως ατόμων που, κατά κανόνα, σπουδάζουν ασκώντας παράλληλα το επάγγελμά τους και της απουσίας άμεσης επαφής διδάσκοντος και διδασκομένου».

Αξίζει να σημειωθεί ότι επί παρεμφερούς ζητήματος που αφορούσε την επιβολή διδάκτρων σε Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών των Α.Ε.Ι., το Συμβούλιο της Επικρατείας με την 2714/2010 απόφαση έκρινε κατά πλειοψηφία επίσης, «ότι το συνταγματικό δικαίωμα παροχής δωρεάν παιδείας από τα κρατικά εκπαιδευτήρια της ανώτατης βαθμίδας έχει πεδίο εφαρμογής μόνο στο προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, που ολοκληρώνεται με τη χορήγηση σχετικού πτυχίου, που συνιστά τη βασική αποστολή όλων των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και δεν περιλαμβάνει τη φοίτηση στα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών…».

Τέλος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) με την υπ’ αριθ. 99/2001 Γνωμοδότηση, έκρινε έστω και παρεμπιπτόντως ότι: «η εκπαίδευση στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο δεν παρέχεται δωρεάν από το Κράτος, το οποίο δεν υποχρεούται στη δωρεάν δια βίου εκπαίδευση των Ελλήνων πολιτών».

Ο λόγος και ο αντίλογος περί ΕΑΠ

Αν και η σχετική νομολογία σε συνδυασμό με την πολιτική βούληση που εκφράστηκε διαχρονικά από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας καθόρισε τις σχετικές εξελίξεις και παγίωσε την πολιτική επιβολής διδάκτρων (όπως κι αν αυτά χαρακτηρίζονται τυπικά) στο Ε.Α.Π., ο διάλογος τόσο επιστημονικός όσο και μεταξύ των ενδιαφερομένων παραμένει ζωντανός.

Στο πλαίσιο αυτό αναπτύσσονται τόσο αμιγώς νομικά, όσο και δικαιοπολιτικά και πραγματικά επιχειρήματα υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης. Από τη μια πλευρά, υφίσταται μια σημαντική μερίδα επιστημόνων αλλά και ενδιαφερομένων που δεν έχει πεισθεί ότι η είσπραξη διδάκτρων από το Ε.Α.Π. είναι νόμιμη και συνταγματική και εγείρει ενστάσεις ακόμα και για τον τρόπο και τα κριτήρια βάσει των οποίων υπολογίζονται τα δίδακτρα.

Από την άλλη πλευρά, πέραν της διαχρονικά εκπεφρασμένης πολιτικής βούλησης και της νομολογίας, εκφράζεται η άποψη ότι αφενός δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης του Συντάγματος και ειδικότερα του άρθρου 16 παρ. 4, αφετέρου, η κατάργηση της συμμετοχής των φοιτητών στις δαπάνες που σχετίζονται με την ιδιαιτερότητα της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης (δίδακτρα), θα δημιουργούσε τον ορατό κίνδυνο «να δυναμιτισθεί ο θεσμός της παροχής σπουδών με τη μεθοδολογία της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης και να ακυρωθεί η λειτουργία ενός Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος [ΕΑΠ]». Η άποψη αυτή τονίζει τον κίνδυνο να οδηγηθεί το Ε.Α.Π. σε οικονομικό αδιέξοδο και να βρεθεί εκτεθειμένο στους φοιτητές του και στην κοινωνία, δεδομένης και της σύνθεσης του προϋπολογισμού του.

Αν και πρόκειται για ένα ζωντανό ακόμα θεωρητικά ζήτημα, έχω την άποψη ότι τόσο η νομολογία όσο και η διαχρονικά εκπεφρασμένη πολιτική βούληση της Πολιτείας, δημιουργούν ασφαλείς προϋποθέσεις κρίσης στο ζήτημα της είσπραξης διδάκτρων από το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Δρ. Γεώργιος Δίελλας
Διδάσκων Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών και Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης

Πηγή: syntagmawatch.gr